Samstag, 25. Februar 2012

ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΝΥΧΤΕΣ

είναι κάτι νύχτες...
κρύες
μοναχικές
είναι εκεί
σε περιμένουν
να τις νοιώσεις
να τις αναζητήσεις
κι είν' έτοιμες να σε τυλίξουν

είναι κάτι νύχτες
μονάχα περιμένουν
το κάλεσμά σου
ξέρουν
πως δε θ' αντισταθείς
γιατί το μόνο που θέλεις
είναι να σ' οδηγήσουν
στη χαραυγή
μ' αυτή δεν έρχεται
 
 
 
 
είναι κάτι νύχτες
που σε τυλίγουν
με το σκληρό τους πέπλο
και σε φιλούν στα παγωμένα χείλη
κι ο νους ξεγελασμένος
σε ταξιδεύει
σε όνειρα λευκά
παγιδευμένα

κι εσύ
το χέρι απλώνεις
και ψαχουλεύεις
να βρεις το πόμολο της πόρτας
για να ξεφύγεις
κι όταν το βρεις
τα μάτια ανοίγεις
κι είναι σαν να ξημέρωσες
μέσα σε άλλο όνειρο
πηχτό ετούτη τη φορά
μα ίδια παγωμένο
και μέσα στης ομίχλης τη θολούρα
χάνεσαι
ξανά...
http://www.youtube.com/watch?v=yCWqXFddvpI

Freitag, 24. Februar 2012

CHLOE KOUTSOUBELI * ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ

Die Vorstellung 

 

Sie zogen von Stadt zu Stadt.

In einsamen Kellertheatern.
Unendlich das Repertoire
verschiedene Versionen des selben Stücks.
Ein blinder alter Mann ging seinem Schicksal nach
irgendwo stellte jemand eine Frage;
irgendwo hielt dies jemand nicht aus
ein Ende ging dem Ende zu
ein Schicksal erstarrte.
Im Bühnenbild gab es immer
eine Lampe mit fackelndem Licht
und ein Grammophon, das spielte
der Vereinsamung Lied.
Sie war die Hauptdarstellerin
nur dass sie immer Nebenrollen spielte
fürgewöhnlich die eines Baums, der am Ende niedergebrannt wird
einer Frau, die eine Tasse Tee trägt
einer Tulpe, die aus der Dunkelheit hervortaucht.
Die anderen Schauspieler sind Männer
Ein Don Quijote
trug eine Rüstung und stellte einen Ritter dar
ein anderer spielte nachdenklich Hamlet nach
schnupperte an einer Blume und ward bedächtig
andere waren Ringer
die im Ring kämpften
oftmals rezitierte der Souffleur
manche stritten sich virtuell
und andere begingen Selbstmord
von papiernen Balkonen aus.
Alle trugen ausnahmslos
die gleiche Maske
die einer dem anderen höflich
hinter den Kulissen übergab.
Bis eines Tages einer der Zuschauer
auf die Bühne stieg;
er stellte ihr gegenüber einen Stuhl
und schaute ihr in die Augen.
„Du schuldest mir eine Antwort“, sagte er.
„Auf welche Frage denn?“, fragte sie überrascht.
„Kannst du so sehr lieben,
dass es dir nichts ausmacht, geliebt zu werden?“
'Aus welchem Stück mag das bloß sein'
fragte sie sich panisch,
'und wo ist die entsprechende Maske?'
„Auf welche Art wirst du mir Schmerzen zufügen?
Werde ich erstochen oder Gift einnehmen?
Werde ich in einem Zug im Nebel fortgehen
oder verlässt du mich einsam in einem Puppenhaus?“
Der Mann antwortete nicht.
Er ging von der Bühne und schritt zum Ausgang.
Die Frau blieb kurz in der Schwebe
zog das Kleid mit den Spitzeneinsätzen aus
schminkte sich den Puder vom Gesicht ab
warf die high heels weg
und folgte ihm.
Hinter ihnen brach die Kulisse
krachend zusammen.


(in meiner Übertragung)





 

Η πάρασταση


Περιφέρονταν από πόλη σε πόλη.
Σε έρημα θέατρα καταγώγια.
Το ρεπερτόριο ανεξάντλητο
παραλλαγή στο ίδιο έργο. 
Κάποιος τυφλός γέρος έψαχνε την μοίρα του 
κάποιος κάπου έκανε μια ερώτηση 
κάποιος κάπου δεν το άντεχε
ένα τέλος τέλειωνε
ένα πεπρωμένο πέτρωνε.
Στα σκηνικά υπήρχε πάντα
μία λάμπα που τρεμόσβηνε 
κι ένα γραμμόφωνο που έπαιζε
ένα φθαρμένο τραγούδι εγκατάλειψης.
Αυτή ήταν πρωταγωνίστρια
μόνο που πάντα έπαιζε ρόλους δεύτερους
συνήθως ενός δέντρου που στο τέλος καίγεται
μιας γυναίκας που μεταφέρει ένα φλιτζάνι τσάι
μίας τουλίπας που αναδύεται μες το σκοτάδι.
Οι άλλοι ηθοποιοί ήταν άντρες
Ένας Δον Κιχώτης
φορούσε πανοπλία και έκανε τον ιππότη
άλλος στοχαστικά παρίστανε τον Άμλετ
μύριζε ένα λουλούδι και σκεφτόταν
άλλοι ήταν πυγμάχοι
που πάλευαν στο ρινγκ
πολλές φορές ο υποβολέας
απήγγειλε ποιήματα
κάποιοι μάλωναν εικονικά
και κάποιοι αυτοκτονούσαν
από χάρτινα μπαλκόνια.
Όλοι όμως ανεξαιρέτως
φορούσαν την ίδια μάσκα
που ο ένας ευγενικά παραχωρούσε στον άλλο
στα παρασκήνια.
Ώσπου μια μέρα ένας από τους θεατές
ανέβηκε στο πάλκο 
έστησε μία καρέκλα απέναντί της
και την κοίταξε στα μάτια.
-«Μου χρωστάς μία απάντηση», της είπε.
-«Σε ποια ακριβώς ερώτηση», ρώτησε έκπληκτη αυτή.
-«Μπορείς να αγαπήσεις τόσο»  
«που να μην σε νοιάζει αν αγαπηθείς;»
-«Από ποιο έργο είναι αυτό»
αναρωτήθηκε πανικόβλητη αυτή,
«που είναι η μάσκα που πρέπει να φοράς,
με ποιο τρόπο θα με κάνεις να πονέσω,
θα μαχαιρωθώ ή θα πάρω δηλητήριο
θα φύγω με ένα τρένο μέσα στην ομίχλη
ή θα με εγκαταλείψεις μέσα σε κουκλόσπιτο;»
Ο άντρας όμως δεν απάντησε.
Κατέβηκε από την σκηνή και προχώρησε στην έξοδο.
Η γυναίκα έμεινε για λίγο μετέωρη
έβγαλε το φόρεμα με τις δαντέλες
σκούπισε την πούδρα από το πρόσωπο
πέταξε τα ψηλοτάκουνα παπούτσια
και τον ακολούθησε.
Πίσω τους τα σκηνικά κατέρρευσαν
με θόρυβο.

JULIA FORTOUNI * ΤΖΟΥΛΙΑ ΦΟΡΤΟΥΝΗ


niemals

niemals wird je ein Gedicht
meine Liebe zu dir miteinschließen können
kein einziges Gedicht
wird meine Finger haben, wenn ich dich berühre
das Schaudern in meiner Stimme, wenn ich zu dir spreche
die zitternden Knie, wenn ich dich treffe
kein Gedicht wird dich je retten können, wenn ich fort bin...
für dich bin ich das größte Gedicht
das erotischste
mit meiner Stimme spreche ich zu dir
und hörst du es nicht
so bleibe ich für immer
auf dem trüben Grund deiner Seele
und werd' dich lieben


(in meiner Übertragung)










ποτέ

ποτέ κανένα ποίημα
δεν θα χωρέσει την αγάπη μου για σένα
κανένα ποίημα
δεν θα έχει τα δάχτυλά μου όταν σ΄αγγίζω
το ρίγος στη φωνή μου όταν σου μιλώ
τα γόνατα που τρέμουν σα σε συναντώ
κανένα ποίημα δεν θα σε σώσει αν χαθώ ...
είμαι για σένα το πιο μεγάλο ποίημα
το πιο ερωτικό
με τη φωνή μου σου μιλώ
κι αν δεν ακούς
μες της ψυχής σου το θολό βυθό
θα μένω πάντα
και θα σ΄αγαπώ

Sonntag, 19. Februar 2012

RAINER MARIA RILKE

Το χέρι

Δες τον μικρό αιγίθαλο
χαμένος τρύπωσε στην κάμαρη
κι όσο κρατούν είκοσι χτύποι της καρδιάς
κούρνιασε μες στο χέρι.
Σε χέρι ανθρώπινο. Χέρι αποφασισμένο να προστατέψει.
Να προστατέψει, δίχως απαίτηση να κατακτήσει.
Μα
τώρα επάνω στο περβάζι
ελεύθερος
κι ωστόσο ξένος παραμένει
στον εαυτό του
και σε αυτόν που τον περιβάλλει
στο σύμπαν, δεν το αναγνωρίζει.
Αχ, πόση σύγχυση ένα χέρι προκαλεί
ακόμα κι όταν σώζει.
Μέσα στο χέρι το πιο συμπονετικό
θάνατος αρκετός υπάρχει
κι ήτανε χρήμα

(η μετάφραση δική μου)



ο πίνακας είναι της Εύης Κουνάβη



Die Hand

Siehe die kleine Meise,
hereinverirrte ins Zimmer:
zwanzig Herzschläge lang
lag sie [in] einer Hand.
Menschenhand. Einer zu schützen entschlossenen.
Unbesitzend beschützenden.
Aber
jetzt auf dem Fensterbrett
frei
bleibt sie noch immer im Schrecken
sich selber
und dem Umgebenden fremd,
dem Weltall, erkennts nicht.
Ach so beirrend ist Hand
selbst noch im Retten.
In der beiständigsten Hand
ist noch Todes genug
und war Geld

Donnerstag, 16. Februar 2012

NIKOS KOFIDIS * ΝΙΚΟΣ ΚΩΦΙΔΗΣ


Du fehlst mir


Stundenlang
betrachte ich dein Foto,
deine Augen, deine Lippen,
deine Haare
die Ecken
deine Konturen,

mit den Fingerspitzen
nehme ich deine Haare beiseite
die Lider zitterten,
ich berühre deine Lippen 
ein kleiner Atemhauch
verlieh ihnen Leben

ein kleiner Diamant
rollte von deinen Augen,
weiten Seen gleichen meine
jetzt, da ich dir flüstere
ICH LIEBE DICH,

Sei nicht traurig, meine Liebste
ich weine für uns beide...


(in meiner Übertragung)



foto: sophia georgallidis


Μου λείπεις

Ώρες
κοιτώ την φωτογραφία σου,
τα μάτια, τα χείλη,
τα μαλιά σου,
τις γωνίες
τις γραμμές σου,

με την άκρη των δαχτύλων
σηκώνω τα μαλιά σου
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρα,
αγγίζω τα χείλη σου,
μια μικρή ανασούλα
τα έδωσε πνοή,

ένα διαμαντάκι
κύλισε από τα μάτια σου,
λίμνες τα δικά μου
τώρα που σε ψυθιρίζω
Σ' ΑΓΑΠΩ,

μην λυπάσαι αγαπημένη μου
κλαίω για τους δυό μας...

Donnerstag, 9. Februar 2012

TOLIS NIKIFOROU * ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ


Brief

Vergib mir für den schweren Winter
Ich verkündige dir die Rückkehr der Storche
Und schenke dir zwei kleine Gedichte
Auf dass sie herumwirbeln in deinem Garten
Wie Frühlingsflocken
Bist du wohlauf?

(in meiner Übertragung)










Γράμμα

Συγχώρα με για το βαρύ χειμώνα
Σου αναγγέλω την επιστροφή των πελαργών
Και σου χαρίζω δυο μικρά ποιήματα
Να στροβιλίζονται στον κήπο σου
Σαν ανοιξιάτικες νιφάδες
Είσαι καλά;

Dienstag, 7. Februar 2012

Katerina Angelaki-Rooke * Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ


Der WinterLehrer

Ich werde nichts mehr tun
denn der WinterLehrer
schaute mich nie untätig
so tief an
mit einem grauen und einem weißen Auge
wie bei den Katzen.
Endlich stehe ich
die Zukunft wechselt noch ungeholfen das Bein
ihre anderen Glieder
einfache Todeshypotheken.
Sieh, wie die Kammer
sich wieder in Nacht verwandelt hat
und die Nacht in Kammer.
Draußen glänzt das Nichts
im weißen Triumph.

(in meiner Übertragung)





φωτογραφία: Κυριάκος Βουτσαλάς

 
 
 
 
O χειμώνας δάσκαλος
 
Άλλη κίνηση δε θα κάμω πια
γιατί ο Χειμώνας δάσκαλος
ποτέ του δε με κοίταξε ακίνητος
τόσο βαθιά
με το ένα μάτι γκρίζο και τ' άλλο άσπρο
σαν της γάτας.
Στέκομαι επιτέλους
το μέλλον αλλάζει πόδι μουδιασμένο
τ' άλλα μου μέλη
απλές υποθήκες θανάτου.
Κοίτα, η κάμαρα
πάλι μεταμορφώθηκε σε νύχτα
κι η νύχτα σε κάμαρα.
Έξω το τίποτα λάμπει
σε άσπρη δόξα.

KOSTAS GOULIAMOS * ΚΩΣΤΑΣ ΓΟΥΛΙΑΜΟΣ, Die gefrorenen Länder der Nomaden

Die gefrorenen Länder der Nomaden Ohne das wilde Meer eine Straße die den Abgrund aufsaugt ohne ein zärtliches Rasiermesser Musik, die kaum ...