Am
Anfang waren die Musik und die Stille, danach ihre beider
Vereinigung. Liebe
von
der ersten Stunde an, die ich erinnere.
Ein
Meer die Musik und du hast dich daran gänzlich erfrischt.
Jede
Welle ein Laut von dir, ihr dunkler Grund dein Ertrinken,
es
spiegelt sich der Himmel im Gedanken an dich, in welcher Bucht, in
welchem einsamen Strand
werden
deine Worte schwinden und für wie lange noch?
Solange
die Erde, die Erinnerung leben, solange die Wellen es schaffen,
trockene
Kieselsteine zu schlagen am späten Mittag, zur Stunde, wenn alles umher ins Erhabene steigt und ertönt, als wäre es neu im Unendlichen,
Kieselsteine zu schlagen am späten Mittag, zur Stunde, wenn alles umher ins Erhabene steigt und ertönt, als wäre es neu im Unendlichen,
so
lange wirst du mit deinen Liedern sprechen, Orpheus, mein Prinz,
und
dabei das Gleichgewicht halten auf den fünf Linien des Universums,
mit dem Schlüssel für das Schöne als Zeichen.
Nunmehr
bin ich ins Alter gekommen, da ich keine Sterne sehe, wenn ich mich
umkehre,
ich
sehe nur Gott. Und dazwischen entfaltet sich dein Rhythmus.
(in meiner Übertragung)
Εν
αρχή ην η μουσική και η σιωπή, μετά η
σμίξη τους. Έρωτας
απ' την πρώτη ώρα που θυμάμαι.
Μια θάλασσα η μουσική και τη δροσίστηκες απέραντη.
Το κάθε κύμα κι ένας φθόγγος σου, ο σκοτεινός βυθός της ο πνιγμός σου,
ο ουρανός αντιφεγγίζεται στη σκέψη σου, σε ποιαν ακτή, ποια μόνη ακρογιαλιά
θα σβήνουνε τα λόγια σου κι ως πότε;
Όσο θα ζει η γη, όσο η θύμηση, όσο τα κύματα θα φτάνουν να χτυπάνε
κατάξερα χαλίκια αργά το απομεσήμερο, την ώρα που όλα γύρω εξαχνώνονται
σε ώρα μυστική κι ακούγονται, λες, σαν καινούργια μες στο άπειρο,
ως τότε θα μιλάς με τα τραγούδια σου, Ορφέα πρίγκιπά μου,
ισορροπώντας στις πέντε γραμμές του σύμπαντος, με το κλειδί του ωραίου
για σημάδι.
Πέρασα πια στην ηλικία που αναστρέφοντας δεν βλέπω αστέρια,
βλέπω μόνο τον Θεό. Και ο ρυθμός σου
ξεδιπλώνεται ανάμεσα.
απ' την πρώτη ώρα που θυμάμαι.
Μια θάλασσα η μουσική και τη δροσίστηκες απέραντη.
Το κάθε κύμα κι ένας φθόγγος σου, ο σκοτεινός βυθός της ο πνιγμός σου,
ο ουρανός αντιφεγγίζεται στη σκέψη σου, σε ποιαν ακτή, ποια μόνη ακρογιαλιά
θα σβήνουνε τα λόγια σου κι ως πότε;
Όσο θα ζει η γη, όσο η θύμηση, όσο τα κύματα θα φτάνουν να χτυπάνε
κατάξερα χαλίκια αργά το απομεσήμερο, την ώρα που όλα γύρω εξαχνώνονται
σε ώρα μυστική κι ακούγονται, λες, σαν καινούργια μες στο άπειρο,
ως τότε θα μιλάς με τα τραγούδια σου, Ορφέα πρίγκιπά μου,
ισορροπώντας στις πέντε γραμμές του σύμπαντος, με το κλειδί του ωραίου
για σημάδι.
Πέρασα πια στην ηλικία που αναστρέφοντας δεν βλέπω αστέρια,
βλέπω μόνο τον Θεό. Και ο ρυθμός σου
ξεδιπλώνεται ανάμεσα.
(από
τη συλλογή: Γράμματα στον πρίγκηπα, 2010)